Σταδιακά κατά τις τελευταίες δεκαετίες το ενδιαφέρον των ανθρώπων των ανεπτυγμένων κρατών για το περιβάλλον και για τις αρνητικές συνέπειες που αυτό έχει υποστεί λόγω της ανθρώπινης παρέμβασης έχει αυξηθεί σημαντικά (Amendah & Park, 2008). Η κλιματική αλλαγή είναι από τα σημαντικότερα προβλήματα που προέκυψαν από την αλόγιστη ανθρώπινη κατανάλωση (Joshi, 2011). Όλο και περισσότεροι οργανισμοί, κατανοώντας την ανησυχία των καταναλωτών για το περιβάλλον ενσωματώνουν την έννοια «περιβάλλον» σε πολλές λειτουργίες των οργανισμών τους παρέχοντας «πράσινα προϊόντα και υπηρεσίες» (Rivera-Camino, 2007). Αρκετοί μάνατζερ της αγοράς χρησιμοποιούν «πράσινες τεχνικές» σε ότι αφορά την παραγωγή των προϊόντων. Αντίστοιχα τα στελέχη των πωλήσεων υιοθετούν πράσινες στρατηγικές προώθησης (Peattie & Crane, 2005). Η αποστολή του «πράσινου μάρκετινγκ» είναι συμπληρωματική του παραδοσιακού μάρκετινγκ, ικανοποιώντας ανάγκες των καταναλωτών προς έναν πρόσθετα σημαντικό σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος (Ottman, 2006). Το «πράσινο μάρκετινγκ» έχει εισχωρήσει και στην αγορά του Ελεύθερου Χρόνου. Εξετάζει τις επιδράσεις που ασκούν στο περιβάλλον η συμμετοχή ατόμων/θεατών σε εκδηλώσεις αναψυχής ή άλλων αθλητικών γεγονότων (Shank, 2002). Οι αθλητικοί μάρκετερς δεν στέκουν απαθείς μπροστά στις αρνητικές επιδράσεις που υφίσταται το περιβάλλον από τις δραστηριότητες αναψυχής και αθλητισμού, αλλά αντίθετα, προσπαθούν να εφαρμόσουν ανάλογες στρατηγικές «πράσινου μάρκετινγκ», παρέχοντας όλο και περισσότερες «πράσινες υπηρεσίες» αναψυχής και αθλητισμού (Little & Needham, 2011).Το παρόν άρθρο επιχειρεί να προσφέρει γνώσεις και πληροφορίες για αυτό που αποκαλείται σήμερα «πράσινη μετάβαση» και έχει προκαλέσει την είσοδο του «πράσινου μάρκετινγκ» σε όλους τους τομείς της παγκόσμιας αγοράς.
̟Πράσινο µάρκετινγκ, κατανάλωση, δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου